DictionaryForumContacts

   Polish
Google | Forvo | +
wydalenie n
immigr. απομάκρυνση; επαναπροώθηση
law, h.rghts.act. απόφαση απέλασης; μέτρο απέλασης
law, immigr. επαναπροώθηση στα σύνορα; απέλαση