DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Materials science containing activity | all forms | exact matches only
EnglishGreek
activity coefficientσυντελεστής δραστηριότητας
alkali activityαλκαλική ενεργότητα
competitive support activityανταγωνιστική δραστηριότητα παροχής υποστήριξης
consensus building activityδραστηριότητα για την επίτευξη συναίνεσης
Multiannual programme of studies and technical assistance in the areas of activity of the European Social FundΠολυετές πρόγραμμα μελετών και τεχνικής βοήθειας πραγματοποιούμενο στους τομείς παρέμβασης του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου
Specific programme for the dissemination and optimisation of the results of activities in the field of research and technological development, including demonstrationΕιδικό πρόγραμμα για τη διάδοση και την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, περιλαμβανομένης της επίδειξης