DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Economy containing activity | all forms | exact matches only
EnglishGreek
activities being transferredμετατόπιση δραστηριοτήτων
activities carried out by a workerδραστηριότητες εργαζομένου
activities of an industrial character:activities.of a commercial characterβιομηχανικές δραστηριότητες-εμπορικές δραστηριότητες
activities of the professionsδραστηριότητες των ελευθέρων επαγγελμάτων
activity allied to bankingπαρατραπεζική υπηρεσία
activity allocation modelπρότυπο διανομής συγκοινωνίας
activity coreγαλάζια μπανάνα
activity of borrower on the domestic marketδανειοληπτικές πράξεις στις εγχώριες αγορές
activity rateποσοστό απασχόλησης
activity rateσυμμετοχή στην αγορά εργασίας
activity rateποσοστό απασχολουμένων
activity ratiosποσοστό επιχειρησιακής δραστηριότητας
activity which gives tangible form to solidarityσυγκεκριμένη δραστηριότητα αλληλεγγύης
branch of activityδραστηριότητα της επιχείρησης
branch of economic activityοικονομικός τομέας
branch of economic activityοικονομικός κλάδος
branch of economic activityκλάδος οικονομικής δραστηριότητας
business activityζωή της επιχείρησης
business activity indicatorδείκτης συγκυρίας
Classification of Products by Activityταξινόμηση των προϊόντων κατά δραστηριότητα; συναρτώμενη με τις δραστηριότητες ταξινόμηση των προϊόντων
collective activitiesζωή και δραστηριότητες συλλόγων και μαζικών φορέων
concept of economic activityέννοια της οικονομικής δραστηριότητας
to continue carrying out its activitiesσυνεχίζω να ασκώ τις δραστηριότητές μου
to discontinue, curtail or change the activities permanentlyοριστική παύση,μείωση ή μεταβολή της δραστηριότητος
economic activityοικονομική δραστηριότητα
economic analysis of the activitiesοικονομική ανάλυση των δραστηριοτήτων
EU activityδραστηριότητα της ΕΕ
to expand its activities abroadδιευρύνω τις δραστηριότητές μου στο εξωτερικό
external activityεξωτερική δραστηριότητα
external activityέκτακτη απασχόληση
freedom of establishment shall include the right to take up activities as self-employed personsη ελευθερία εγκαταστάσεως περιλαμβάνει την ανάληψη μη μισθωτών δραστηριοτήτων
geographical spread of banking activitiesγεωγραφική κάλυψη των τραπεζικών εργασιών
global charter for sustainable economic activityπαγκόσμιος χάρτης για τη βιώσιμη οικονομική δραστηριότητα
handicraft activityβιοτεχνική δραστηριότητα
in every branch of activity under considerationσε κάθε εξεταζόμενο κλάδο δραστηριότητος
independent activityανεξάρτητη δραστηριότητα
independent activityανεξάρτητη εργασία
independent activityανεξάρτητη απασχόληση
institutional activityθεσμικά θέματα
internationalization of economic activityδιεθνοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας
labour-intensive activityδραστηριότητα υψηλής έντασης εργατικού δυναμικού
leave for political activitiesάδεια για πολιτικούς λόγους
lull in activityστασιμότητα
National programme of Community interest for assistance to productive activityΕθνικό πρόγραμμα κοινοτικού ενδιαφέροντος για την τόνωση της παραγωγικής δραστηριότητας
new and economically sound activitiesνέες και οικονομικώς υγιείς δραστηριότητες
off-protocol horizontal activityοριζόντια συνεργασία εκτός πρωτοκόλλων
person capable of gainful activityάτομα ικανά προς εργασία
pre-competitive development activityπροανταγωνιστική δραστηριότητα ανάπτυξης
pre-competitive development activityεργασίες προανταγωνιστικής ανάπτυξης
pre-competitive development activityδραστηριότητα ανάπτυξης σε προανταγωνιστικό στάδιο
production activitiesπαραγωγικές δραστηριότητες
to promote a harmonious development of economic activitiesπροάγει την αρμονική ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων
receipts from business activityαποδοχές από επαγγελματική δραστηριότητα
report on IMP activityέκθεση δραστηριότητας MOΠ
statistical classification of economic activities in the European Communityστατιστική ονοματολογία των οικονομικών δραστηριοτήτων στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες
units characterised by a unique activityμονάδες που χαρακτηρίζονται από μια μοναδική δραστηριότητα
weakness of economic activityκάμψη της οικονομικής δραστηριότητας