Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Afrikaans
Albanian
Amharic
Arabic
Armenian
Assamese
Azerbaijani
Basque
Bengali
Bosnian
Bosnian cyrillic
Bulgarian
Catalan
Chinese
Chinese Taiwan
Chinese simplified
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Esperanto
Estonian
Filipino
Finnish
French
Galician
Georgian
German
Greek
Gujarati
Hausa
Hebrew
Hindi
Hungarian
Icelandic
Igbo
Indonesian
Inuktitut
Irish
Italian
Japanese
Kannada
Kazakh
Khmer
Kinyarwanda
Konkani
Korean
Kyrgyz
Latvian
Lithuanian
Luxembourgish
Macedonian
Malay
Malayalam
Maltese
Maori
Marathi
Nepali
Norwegian
Norwegian Bokmål
Odia
Persian
Polish
Portuguese
Punjabi
Quechuan
Romanian
Russian
Scottish Gaelic
Serbian
Serbian Latin
Sesotho sa leboa
Sinhala
Slovak
Slovene
Spanish
Swahili
Swedish
Tamil
Tatar
Telugu
Thai
Tswana
Turkish
Turkmen
Ukrainian
Urdu
Uzbek
Vietnamese
Welsh
Wolof
Xhosa
Yoruba
Zulu
Terms
for subject
Economy
containing
activity
|
all forms
|
exact matches only
English
Greek
activities
being transferred
μετατόπιση δραστηριοτήτων
activities
carried out by a worker
δραστηριότητες εργαζομένου
activities
of an industrial character:activities.of a commercial character
βιομηχανικές δραστηριότητες-εμπορικές δραστηριότητες
activities
of the professions
δραστηριότητες των ελευθέρων επαγγελμάτων
activity
allied to banking
παρατραπεζική υπηρεσία
activity
allocation model
πρότυπο διανομής συγκοινωνίας
activity
core
γαλάζια μπανάνα
activity
of borrower on the domestic market
δανειοληπτικές πράξεις στις εγχώριες αγορές
activity
rate
ποσοστό απασχόλησης
activity
rate
συμμετοχή στην αγορά εργασίας
activity
rate
ποσοστό απασχολουμένων
activity
ratios
ποσοστό επιχειρησιακής δραστηριότητας
activity
which gives tangible form to solidarity
συγκεκριμένη δραστηριότητα αλληλεγγύης
branch of
activity
δραστηριότητα της επιχείρησης
branch of economic
activity
οικονομικός τομέας
branch of economic
activity
οικονομικός κλάδος
branch of economic
activity
κλάδος οικονομικής δραστηριότητας
business
activity
ζωή της επιχείρησης
business
activity
indicator
δείκτης συγκυρίας
Classification of Products by
Activity
ταξινόμηση των προϊόντων κατά δραστηριότητα; συναρτώμενη με τις δραστηριότητες ταξινόμηση των προϊόντων
collective
activities
ζωή και δραστηριότητες συλλόγων και μαζικών φορέων
concept of economic
activity
έννοια της οικονομικής δραστηριότητας
to
continue carrying out its
activities
συνεχίζω να ασκώ τις δραστηριότητές μου
to
discontinue, curtail or change the
activities
permanently
οριστική παύση,μείωση ή μεταβολή της δραστηριότητος
economic
activity
οικονομική δραστηριότητα
economic analysis of the
activities
οικονομική ανάλυση των δραστηριοτήτων
EU
activity
δραστηριότητα της ΕΕ
to
expand its
activities
abroad
διευρύνω τις δραστηριότητές μου στο εξωτερικό
external
activity
εξωτερική δραστηριότητα
external
activity
έκτακτη απασχόληση
freedom of establishment shall include the right to take up
activities
as self-employed persons
η ελευθερία εγκαταστάσεως περιλαμβάνει την ανάληψη μη μισθωτών δραστηριοτήτων
geographical spread of banking
activities
γεωγραφική κάλυψη των τραπεζικών εργασιών
global charter for sustainable economic
activity
παγκόσμιος χάρτης για τη βιώσιμη οικονομική δραστηριότητα
handicraft
activity
βιοτεχνική δραστηριότητα
in every branch of
activity
under consideration
σε κάθε εξεταζόμενο κλάδο δραστηριότητος
independent
activity
ανεξάρτητη δραστηριότητα
independent
activity
ανεξάρτητη εργασία
independent
activity
ανεξάρτητη απασχόληση
institutional
activity
θεσμικά θέματα
internationalization of economic
activity
διεθνοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας
labour-intensive
activity
δραστηριότητα υψηλής έντασης εργατικού δυναμικού
leave for political
activities
άδεια για πολιτικούς λόγους
lull in
activity
στασιμότητα
National programme of Community interest for assistance to productive
activity
Εθνικό πρόγραμμα κοινοτικού ενδιαφέροντος για την τόνωση της παραγωγικής δραστηριότητας
new and economically sound
activities
νέες και οικονομικώς υγιείς δραστηριότητες
off-protocol horizontal
activity
οριζόντια συνεργασία εκτός πρωτοκόλλων
person capable of gainful
activity
άτομα ικανά προς εργασία
pre-competitive development
activity
προανταγωνιστική δραστηριότητα ανάπτυξης
pre-competitive development
activity
εργασίες προανταγωνιστικής ανάπτυξης
pre-competitive development
activity
δραστηριότητα ανάπτυξης σε προανταγωνιστικό στάδιο
production
activities
παραγωγικές δραστηριότητες
to
promote a harmonious development of economic
activities
προάγει την αρμονική ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων
receipts from business
activity
αποδοχές από επαγγελματική δραστηριότητα
report on IMP
activity
έκθεση δραστηριότητας MOΠ
statistical classification of economic
activities
in the European Community
στατιστική ονοματολογία των οικονομικών δραστηριοτήτων στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες
units characterised by a unique
activity
μονάδες που χαρακτηρίζονται από μια μοναδική δραστηριότητα
weakness of economic
activity
κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας
Get short URL