DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Agriculture containing burn | all forms | exact matches only
EnglishGreek
acceptable burnΈκταση συνήθως καιομένων δασών
allowance burnΈκταση συνήθως καιομένων δασών
back-burnαντεμπρησμός,πυρκαγιά ελέγχου
Burn-beatingκαύσις χόρτων στον αγρό
burn meterμετρητής καυσιμότητας
burnt flavourγεόση καμμένου
burnt gypsumγύψος
controlled burnελεγχόμενον πεδίον καύσεως
cut and burn shifting cultivationπεριτροπική γεωργία με χρήση φωτιάς
freeze burn"κάψιμο" κατάψυξης
freezer burn"κάψιμο" κατάψυξης
machine burnμηχανικό τραύμα,μηχανική προσβολή
mow burnανύψωση θερμοκρασίας της χορτονομής
taste of burnt woodγεύση καμένου
tip burnσήψη των φυλλιδίων
wood from burnt forestξύλο από καψάλες