Subject | Greek | English |
earth.sc., transp. | αλλαγή πολικότητας της γεννήτριας μαγνητικού ζεύγους ανά τεταρτημόριο της τροχιάς | quarter-orbit magnetorquer polarity switching |
transp., tech., construct. | αλλαγή τροχιάς | points |
met. | αλλαγή τροχιάς | crossing piece |
transp., tech., construct. | αλλαγή τροχιάς | railway switchgear |
transp., tech., construct. | αλλαγή τροχιάς | turnout |
transp., tech., construct. | αλλαγή τροχιάς | switch |
construct. | αλλαγή τροχιάς | track change |
transp. | αλλαγή τροχιάς διευθετημένη ανάστροφα | reversed switch |
transp. | αλλαγή τροχιάς διευθετημένη ανάστροφα | points in reversed position |
transp. | αλλαγή τροχιάς διευθετημένη προς παρακαμπτήριο | point in reverse position |
transp. | αλλαγή τροχιάς διπλής κατεύθυνσης παραβιάσιμη από πτέρνα | trailable two-way switch |
transp. | αλλαγή τροχιάς διπλής κατεύθυνσης παραβιάσιμη από πτέρνα | trailable two-way points |
transp. | αλλαγή τροχιάς με ανεξάρτητες βελόνες | switch with independent blades |
transp. | αλλαγή τροχιάς με εύκαμπτες βελόνες | points with flexible tongues |
transp. | αλλαγή τροχιάς με σύνεργες βελόνες | switch with connected blades |
transp., mech.eng. | αλλαγή τροχιάς με υδραυλικό κινητήρα | hydraulically operated switch |
transp. | αλλαγή τροχιάς προσπελαυνομένη κατ'αιχμή | facing points |
transp. | αλλαγή τροχιάς σε θέση ευθεία | switch in straight position |
transp. | απλή αλλαγή τροχιάς | single turnout |
transp. | αρχή καμπύλης σε αλλαγή τροχιάς | starting point of curved portion |
transp. | διέρχομαι αλλαγή τροχιάς | to take a point |
transp. | διέρχομαι αλλαγή τροχιάς | to run over a point |
transp. | διαδρομή της βελόνας σε μία αλλαγή τροχιάς | switch travel |
transp. | διαδρομή της βελόνας σε μία αλλαγή τροχιάς | switch opening |
transp. | ηλεκτροκίνητη αλλαγή τροχιάς | electric-motor operated switch |
transp. | καμπύλη αλλαγή τροχιάς | curved points |
transp. | μετατόπιση της βελόνας σε μία αλλαγή τροχιάς | switch travel |
transp. | μετατόπιση της βελόνας σε μία αλλαγή τροχιάς | switch opening |
commun., transp. | σήμα για αλλαγή της τροχιάς | signal point indicator |
commun., transp. | σήμα για αλλαγή της τροχιάς | points signal |