DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Metallurgy containing κρούστα | all forms
GreekEnglish
εξογκωμένη κρούσταexpansion scab
εξογκωμένη κρούσταbuckle
κρούστα από συλλίπασμα που παραμένει στη σύνδεσηcrust of excess flux left on joint
κρούστα διάβρωσηςerosion scab
κρούστα μπιγέταςstrand shell
κρούστα μπιγέταςshell
μαύρη κρούσταblacking scab
περιοχή γεμάτη κρούστεςscabby area
προσκολλημένη κρούστα άμμου στο χυτόscab
ψεύτικη κρούσταfalse scab
ψεύτικη κρούσταbuckle