Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Bulgarian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Latvian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Spanish
Terms
for subject
Metallurgy
containing
κύλινδρος
|
all forms
Greek
English
άνω
κύλινδρος
upper roll
άνω
κύλινδρος
top roll
αποξηραντικός
κύλινδρος
squeeze roll
αποξηραντικός
κύλινδρος
squeegee roll
ελασματικός
κύλινδρος
nip-roll
εξομοιωτικός
κύλινδρος
doctor roll
κυλίνδρος
υποστήριξης
back-up roll
κύλινδρος
έγχυσης
shot sleeve
κύλινδρος
έλασης
foil roller
κύλινδρος
ανάγλυφης εκτυπωτικής πλάκας
embossing roller
κύλινδρος
ασετυλίνης
acetylene cylinder
κύλινδρος
διαστολής
expansion roller
κύλινδρος
εκτατικός
stretcher-roller
κύλινδρος
εξέλασης
roll
κύλινδρος
εξαγωγής
pinch roll
κύλινδρος
επιχρίσεως
applicator roll
κύλινδρος
εργασίας
work roll
κύλινδρος
εργασίας
working roller
κύλινδρος
ευθυγράμμισης
tangent roll
κύλινδρος
ευθυγράμμισης
straightener roll
κύλινδρος
εφαρμογής
applicator roll
κύλινδρος
εύθυνσης
straightening roll
κύλινδρος
μεταφοράς
pinch roll
κύλινδρος
μεταφοράς
conveyor roller
κύλινδρος
μεταφοράς
transfer roll
κύλινδρος
πιτσιλίσματος
splash can
κύλινδρος
προώθησης
pinch roll
κύλινδρος
σύσφιγξης ηλεκτροδίων
electrode clamping cylinder
κύλινδρος
τάσης
pinch roll
κύλινδρος
χαλάρωσης ηλεκτροδίων
electrode clamp release cylinder
μελανωτικός
κύλινδρος
pick up roll
μεταφορικός
κύλινδρος
transfer roll
μετρητικός
κύλινδρος
metering roll
ρυθμιστικός
κύλινδρος
πιέσεως
take up roll
σταθμιστικός
κύλινδρος
metering roll
Get short URL